22.9.07

Μια αποτίμηση του εκλογικού αποτελέσματος και η επόμενη μέρα για την Αριστερά.

Η άνοδος του εκλογικού ποσοστού αλλά και της κοινοβουλευτικής δύναμης της Αριστεράς ήταν το ηχηρότερο μήνυμα των πρόσφατων εκλογών. Μήνυμα αναμφίβολα κατά του δικομματισμού, αλλά κυρίως ξεκάθαρο μήνυμα απόρριψης της πολιτικής του ΠΑΣΟΚ, μιας πολιτικής που διεύρυνε τις κοινωνικές ανισότητες και το οδήγησε είτε λίγο είτε πολύ, σε μια διαρκή ταύτιση απόψεων με τη Δεξιά για μία σειρά ζητημάτων (άδικη αναδιανομή πλούτου, παιδεία, ασφαλιστικό,υπαναχώρηση στα εθνικά θέματα, καταπάτηση ανθρωπίνων δικαιωμάτων κ.α.).
Η Αριστερά (ΚΚΕ και ΣΥΡΙΖΑ) κατάφερε να σημειώσει μία συνολική αύξηση της εκλογικής της δύναμης κοντά στο 4,5% (αν συνυπολογίσουμε και τις οριακές αυξήσεις στα ποσοστά των εκλογικών σχηματισμών της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς), με τη Δεξιά (Νέα Δημοκρατία, ΛΑΟΣ κατά κύριο λόγο) και τον κεντρώο χώρο που σχεδόν καθ’ ολοκληρία εκφράζεται από το ΠΑΣΟΚ, να έχουν απώλειες περίπου της τάξης του 2% και 2,5% αντίστοιχα. Τα δεδομένα αυτά (πάνω από ένα εκατομμύριο Έλληνες ψηφοφόροι προτίμησαν κάποιο σχηματισμό της Αριστεράς) καταδεικνύουν: α) μία ισόρροπη μείωση της εκλογικής δύναμης των κομμάτων εξουσίας(2% - 2,5%), ή β) την ερμηνεία μιας πιο εκλογικευμένης μετακίνησης ψηφοφόρων που οριοθετεί τις απώλειες του ΠΑΣΟΚ προς τα αριστερά του (ως περισσότερο συγγενικά πολιτικό χώρο) περίπου στο 4% - 4,5%!
Όπως και να έχει είναι βέβαιο ότι και τα δύο κόμματα εξουσίας παριστάνουν ότι δε διακρίνουν το πραγματικό μήνυμα της κάλπης:
στη μεν ΝΔ δια στόματος Καραμανλή «διαπιστώνεται» η μείωση της εκλογικής της δύναμης κατά 3,5% και η επίτευξη της ασθμαίνουσας αυτοδυναμίας για 30.000 περίπου ψήφους, ως «σαφή εντολή στην κυβέρνηση να συνεχίσει τις αλλαγές και τις μεταρρυθμίσεις», πολιτική που θα οδηγήσει σύντομα σε σφοδρή σύγκρουση με τις θιγόμενες κοινωνικές ομάδες,
στο δε ΠΑΣΟΚ, με την πολύτιμη αρωγή των τηλεοπτικών καναλιών και των εργολαβοεκδοτικών συμφερόντων, επιχειρείται η συγκάλυψη της ουσιαστικής αιτίας της διαρκούς πτώσης του από το 2004 που είναι η συνολική πολιτική του, για να εμφανιστεί δήθεν ως μία κρίση ηγεσίας που κορυφώνεται σε μία κούρσα που θα αναδείξει τον καλύτερο αντίπαλο του Καραμανλή.
Σε όλο αυτό το μετεκλογικό τοπίο ποια είναι πράγματι η προοπτική για την ενισχυμένη Αριστερά, ειδικά μετά την κρίση στο ΠΑΣΟΚ, για την οποία κανείς δεν μπορεί να είναι βέβαιος για την οριστική κατάληξη της;
Είναι αλήθεια ότι τόσο η Α. Παπαρήγα όσο και ο Α. Αλαβάνος απέφυγαν να δώσουν πανηγυρικό τόνο στις τοποθετήσεις τους το βράδυ της Κυριακής. Θα ήταν εκτός τόπου άλλωστε να επιχειρήσουν να κεφαλοποιήσουν με μικρομματική λογική την εμφανή καταγγελτική κατά του δικομματισμού, ψήφο διαμαρτυρίας μίας μεγάλης μερίδας των όψιμων ψηφοφόρων τους. Είναι επίσης αλήθεια ότι στην παρούσα έστω συγκυρία οι δυνατότητες σύγκλησης μεταξύ των βασικών δυνάμεων της Αριστεράς είναι αδύνατες, αφού οι διαφορές σε κεντρικά ζητήματα καθιστούν οποιαδήποτε τέτοια σκέψη απαγορευτική.
Το ΚΚΕ μπαίνει στη νέα Βουλή με αναβαθμισμένες κοινοβουλευτικές δυνατότητες και με την παρουσία 22 πλέον βουλευτών, να του δίνουν τη δυνατότητα μιας πιο μαχητικής παρουσίας και αυτόνομων πρωτοβουλιών, όπως για παράδειγμα την επιβολή ονομαστικής ψηφοφορίας (βλ.σχετικά στο http://www.parliament.gr/organwsh/kanonismos.asp, τον Κανονισμό της Βουλής). Το στοίχημα όμως για το Κομμουνιστικό Κόμμα είναι έξω από τη Βουλή αφού για να διατηρήσει αλλά και να αναπτύξει τη «σημαντική κοινωνική δυναμική» που ορθά διακρίνει, θα πρέπει να αναθεωρήσει τη σημερινή πολιτική περιχαράκωσης του, όσο να απέδωσε συγκυριακά και να εκμηδένισε τις απώλειες. Ήρθε η ώρα για το ΚΚΕ να σκύψει με ειλικρίνεια πάνω στις αδυναμίες και τις ελλείψεις του, ώστε να μπορέσει να πραγματοποιήσει το μεγάλο άνοιγμα στην κοινωνία, με οδηγό την πολιτικά πλούσια εμπειρία και ιστορία του. Για να γίνει αυτό θα πρέπει στα εργατικά λαϊκά στρώματα, στους φτωχούς αγρότες και στη νεολαία που παραδοσιακά αποτελούν τον κύριο όγκο των ψηφοφόρων του να προσφέρει ένα ξεκάθαρο σύγχρονο πολιτικό όραμα στη μετα-βιομηχανική πραγματικότητα, που θα διαπνέεται από ένα συνεκτικό πολιτικό λόγο. Θα πρέπει μέσα στα συνδικάτα να έρθει σε ουσιαστικές ρήξεις με το συνδικαλιστικό κατεστημένο, αλλά παράλληλα να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για νικηφόρες κινηματικές πορείες, δίχως να υπονομεύει τη δυναμική της αυτονομίας και της πολυφωνίας του συνδικαλιστικού κινήματος. Επιπλέον θα πρέπει να απευθύνει ένα συνεπή αντι-ιμπεριαλιστικό και πατριωτικό λόγο, να συσπειρώσει τις δημοκρατικές πατριωτικές δυνάμεις, για να ξεγυμνώσει μέσα και έξω από τη Βουλή τον καιροσκοπισμό και την πατριδοκαπηλεία των ακροδεξιών του ΛΑΟΣ που παγίδευσαν ενά σημαντικό αριθμό ψηφοφόρων από τον πατριωτικό χώρο, κυρίως από τα λαϊκά στρώματα.
Για το ΣΥΡΙΖΑ η κεφαλαιοποίηση πολιτικά της εκλογικής του επιτυχίας και η διατήρηση του ποσοστού του 5% θα είναι το βασικό και παράλληλα δύσκολο του μέλημα. Το εγχείρημα της συμπαράταξης με δυνάμεις της ριζοσπαστικής αριστεράς απέδωσε για δεύτερη συνεχόμενη εκλογική αναμέτρηση για το Συνασπισμό. Αυτή τη φορά με πρωτόγνωρα πράγματι για τον κοινοβουλευτισμό μας αποτελέσματα, αφού η παρουσία στη Βουλή κι άλλων δυνάμεων εκτός Συνασπισμού όπως της ΑΚΟΑ και ιδιαίτερα των ανένταχτων προσωπικοτήτων (Κοροβέσης, Ψαριανός και Δρίτσας) θα προσφέρει πολύτιμα πολιτικά συμπεράσματα για το χώρο της Αριστεράς. Η συνοχή του παρά τα όσα διακηρύσσει ο Αλαβάνος για διεύρυνση, θα δοκιμαστεί κατά τους επόμενους μήνες, ιδιαίτερα όταν θα εκτονωθεί η κρίση στο ΠΑΣΟΚ. Κι΄αυτό γιατί πέρα από τους νέους των κινημάτων που έδωσαν στο ΣΥΡΙΖΑ μία σημαντική φρεσκάδα και δυναμική, ψηφίστηκε και από μία μεγάλη μερίδα δυσαρεστημένων ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ. Αναπόφευκτα η πίεση από τα δεξιά του θα είναι ασφυκτική και δεν αποκλείεται η απορρόφηση από το ΠΑΣΟΚ και πρωτοκλασάτων στελέχων του Συνασπισμού για άλλη μια φορά. Ρήγμα στις τάξεις του ΣΥΡΙΖΑ θα προκαλέσει και το ζήτημα της πολιτικής του συμπόρευσης με το ΠΑΣΟΚ στα πλαίσια μιας κεντροαριστερής σύγκλισης, που διακαώς επιθυμεί η ανανεωτική πτέρυγα. Οι κομμουνιστογενείς κατά κύριο λόγο συνιστώσες παραμένουν αρνητικές σε μια τέτοια προοπτική και λογικά θα συνεχίσουν να παραμένουν, όσο το ΠΑΣΟΚ φλερτάρει με τον κεντροδεξιό και «μεσαίο» χώρο.
Ο ΣΥΡΙΖΑ όμως θα δυσκολευτεί να επαναλάβει τη φετινή εκλογική του επιτυχία και να διατηρήσει τη συνοχή του, κυρίως εξ αιτίας των αντιφάσεων που χαρακτηρίζουν τη μόνιμη εκλογική του βάση αλλά και την ίδια την αντιφατική πολιτική του. Η αυξημένη επιρροή του στα αστικά κέντρα σε σχέση με την ύπαιθρο και τα χαμηλά του ποσοστά στις εθνικά ευαίσθητες περιοχές της Μακεδονίας και της Θράκης, καταδεικνύουν την έλλειψη ολοκληρωμένων πειστικών θέσεων σε σχέση με ζητήτατα που απασχολούν συνολικά την ελληνική κοινωνία. Επιπλέον η σταδιακή αναζοπύρωση κατά το επόμενο διάστημα των εθνικών θεμάτων (Σκοπιανό, νέο «σχέδιο Ανάν» κ.α.) η οποία ήδη άρχισε, θα αναδύσει στο προσκήνιο τα αγεφύρωτα χάσματα μέσα στο ΣΥΡΙΖΑ όπου μία μεγάλη μερίδα της βάσης του δε συμμερίζεται την τάση αποεθνοποίησης που κυριαρχεί ιδεολογικά στο χώρο, όπως ήταν αντίθετη και με το βιβλίο Ιστορίας της ΣΤ’ Δημοτικού. Για να το θέσω διαφορετικά όσο και σχηματικά: από τη στιγμή που τα εθνικά ζητήματα θα αποτελέσουν πρώτο θέμα της πολιτικής ατζέντας, κάτι που θα γίνει το επόμενο διάστημα, είναι αδύνατο να συνεχίσει να συνυπάρχει στον ίδιο πολιτικό σχηματισμό ο Γλέζος και η Ρεπούση!
Καταλήγοντας, κανείς δεν ισχυρίστηκε ότι ο δρόμος είναι στρωμένος με ροδοπέταλα για την Αριστερά. Το αντίθετο μάλιστα! Ο «ισχυρός τρίτος πόλος» για να συσταθεί «θέλει δουλειά πολλή» για να θυμηθούμε ένα χιλιοτραγουδισμένο στίχο του Ελύτη.Είναι χρέος των δυνάμεων της Αριστεράς να αντιληφθούν ότι το μεταπολιτευτικό πολιτικό σκηνικό που ανέδειξε το δικομματισμό ως κυρίαρχο με την Αριστερά στη γωνία έχει εξαντληθεί. Αυτό δε σημαίνει όμως ότι ο ίδιος ο δικομματισμός ηττήθηκε...

Δεν υπάρχουν σχόλια: